ΣΑΝΓΚΑΡΑΚΣΙΤΑ [ΟΡΑΜΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ] Κεφάλαιο 7

ΣΑΝΓΚΑΡΑΚΣΙΤΑ
ΟΡΑΜΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ
Μια εισαγωγή στο Ευγενές Οκταπλό Μονοπάτι του Βούδδα


Κεφάλαιο 7 

Επίπεδα Επίγνωσης: Τέλεια Επίγνωση


Είδαμε ότι αυτό που διαχωρίζει την Ανώτερη από την Κατώτερη Εξέλιξη είναι το γεγονός ότι η Ανώτερη Εξέλιξη χαρακτηρίζεται από επίγνωση. Επόμενο είναι ότι η πρόοδος στην Ανώτερη Εξέλιξη αποτελεί συνάμα και πρόοδο στην επίγνωση. Από τη στιγμή που αυτή η πρόοδος εμφανίζεται με την επίτευξη διαδοχικά υψηλότερων καταστάσεων, τότε λογικά θα πρέπει να έχουμε και διαφορετικά επίπεδα επίγνωσης. Αυτά αποτελούν το αντικείμενο του έβδομου σταδίου του Ευγενούς Οκταπλού Μονοπατιού (επίσης γνωστό ως Σωστή Εγρήγορση) και ο μόνος τρόπος για ν' ανακαλύψουμε τι σημαίνει "Σωστή Εγρήγορση" ή "Τέλεια Επίγνωση" είναι μέσω της μελέτης τους.

Στα σανσκριτικά αυτό το στάδιο ονομάζεται σάμυακ-σμρίτι (παλί: σάμμα-σάτι). Η σμρίτι ή σάτι συνήθως μεταφράζεται ως "εγρήγορση", και μερικές φορές ως "επίγνωση", αλλά στην κυριολεξία σημαίνει θύμηση ή αναθύμηση. Αυτή η λέξη έχει πολλές σημασιολογικές αποχρώσεις και δεν είναι πάντα εύκολο να τις ξεκαθαρίσει κανείς. Έτσι, θα προσεγγίσω το ερώτημα για τη σημασία της λέξης σμρίτι ή εγρήγορσης μάλλον έμμεσα, παίρνοντας ένα παράδειγμα από την καθημερινή ζωή. Ωστόσο, το παράδειγμά μου δε θα είναι παράδειγμα μη εγρήγορσης αλλά εγρήγορσης. Ο λόγος γι' αυτή την απόφαση είναι επειδή η μη εγρήγορση μάς είναι πιο οικεία από την εγρήγορση. Έτσι, αναλύοντας τη μη εγρήγορση, θα μας είναι ευκολότερο να φτάσουμε σε μία κάποια αντίληψη της εγρήγορσης.

Ας υποθέσουμε ότι γράφετε ένα επείγον γράμμα που πρέπει να ταχυδρομηθεί το συντομότερο δυνατό. Αλλά, όπως συχνά συμβαίνει στο σύγχρονο κόσμο μας, ένας φίλος σας σας παίρνει τηλέφωνο και πιάνετε την κουβέντα. Πριν καλά-καλά καταλάβετε τι γίνεται έχει περάσει μισή ώρα κουβέντας στο τηλέφωνο. Κλείνοντάς το, τριβελίζουν το νου σας όλα αυτά που λέγατε με το φίλο σας και όχι μόνο έχετε παντελώς ξεχάσει το γράμμα αλλά και τα πολλά λόγια σάς έφεραν δίψα. Έτσι πηγαίνετε στην κουζίνα και βάζετε το νερό να βράσει για ένα τσάι. Ενώ περιμένετε να βράσει το νερό, σας κινεί την προσοχή ένα τραγούδι που έρχεται από το απέναντι διαμέρισμα. Συνειδητοποιώντας ότι είναι το ράδιο πηγαίνετε στο διπλανό δωμάτιο, ανοίγετε το δικό σας ράδιο και χαλαρώνετε ακούγοντάς το. Ωστόσο, συνεχίζετε να τ' ακούτε ακόμα και όταν έχει τελειώσει το τραγούδι που σας άρεσε. Έτσι, περνάει ακόμα πιο πολλή ώρα και έχετε ξεχάσει το νερό που βράζει. Ενώ είστε απορροφημένοι στη μουσική ακούτε κάποιον να χτυπάει την πόρτα. Ένας φίλος έχει έρθει να σας επισκεφτεί και αφού χαίρεστε που τον βλέπετε του φέρεστε σαν καλός οικοδεσπότης. Καθόσαστε στον καναπέ για να τα πείτε και μετά από λίγο τον ρωτάτε αν θέλει να πιει κάτι. Πάτε στην κουζίνα η οποία είναι γεμάτη ατμούς και τότε συνειδητοποιείτε ότι είχατε βάλει το νερό να βράσει εδώ και ώρα, πράγμα που σας κάνει να θυμηθείτε το γράμμα. Αλλά τώρα είναι πολύ αργά καθώς το ταχυδρομείο έχει κλείσει.

Αυτό είναι ένα παράδειγμα μη εγρήγορσης στην καθημερινή ζωή. Όντως, κατά το μεγαλύτερο μέρος της η ζωή μας βιώνεται μ' ένα τέτοιο τρόπο. Όλοι μας μπορούμε να φανταστούμε τον εαυτό μας στην ίδια θέση. Όλοι μας αναγνωρίζουμε αυτήν την χαοτικότητα και έλλειψη εγρήγορσης που χαρακτηρίζει, με λιγοστές εξαιρέσεις, την καθημερινότητά μας.

Ας αναλύσουμε λοιπόν την κατάσταση για να αποκτήσουμε μία βαθύτερη κατανόηση για τη φύση της μη εγρήγορσης. Πρώτ' απ' όλα βλέπουμε ξεκάθαρα στο παράδειγμά μας την επιλησμοσύνη, η οποία είναι ένα σημαντικό στοιχείο της μη εγρήγορσης. Ξεχνάμε το γράμμα που γράφαμε ενώ μιλάμε στο τηλέφωνο, καθώς επίσης ξεχνάμε και το νερό που βράζει ενώ ακούμε το ράδιο.

Γιατί ξεχνάμε τόσο εύκολα; Γιατί μας διαφεύγει παντελώς κάτι που θα έπρεπε να θυμόμασταν; Αιτία είναι η ευκολία με την οποία αποσπάται η προσοχή μας. Ο νους μας πολύ εύκολα πηδάει από το ένα στο άλλο. Θα φέρω ως παράδειγμα κάτι που πολύ συχνά συμβαίνει, όταν δίνω μία διάλεξη ή ομιλία. Το κοινό μπορεί να είναι τελείως συγκεντρωμένο και να υπάρχει μια απόλυτη σιγή. Ξαφνικά κάποιος ανοίγει την πόρτα, και τότε τι συμβαίνει; Οι μισοί γυρνάνε τα κεφάλια τους προς τα πίσω σαν μαριονέτες. Δεν είναι δα και τόσο δύσκολο ν' αποσπάσεις την προσοχή του κόσμου! Μερικές φορές αρκεί μία μύγα που προσπαθεί να βγει από το τζάμι ή ένα από τα χαρτιά μου που γλιστράει στο πάτωμα. Κάτι τέτοια μικροπράγματα δείχνουν πόσο εύκολο μας είναι να αποσπαστούμε. Με τον ίδιο τρόπο τείνουμε να ξεχνάμε τις υποθέσεις της καθημερινής ζωής μας.

Γιατί όμως είναι τόσο εύκολο ν' αποσπαστούμε; Πώς ακριβώς συμβαίνει; Μας είναι εύκολο ν' αποσπαστούμε γιατί η συγκέντρωσή μας είναι ασθενής. Αν για παράδειγμα κάποιος ήταν πραγματικά συγκεντρωμένος σ' αυτά που έλεγα, ακόμα και αν έμπαινε ένας ελέφαντας, δε θα το αντιλαμβανόταν. Και γίνεται τόσο εύκολο ν' αποσπαστούμε ακριβώς επειδή δεν συγκεντρωνόμαστε μ' έναν τέτοιο τρόπο. Δεν συγκεντρωνόμαστε ολόψυχα σ' αυτό που κάνουμε. Συνήθως κάνουμε ό,τι είναι να κάνουμε με μισή καρδιά. Και το ίδιο συμβαίνει με αυτά που λέμε ή σκεφτόμαστε.

Γιατί η συγκέντρωσή μας είναι τόσο ασθενής; Γιατί είμαστε τόσο επιπόλαιοι μ' αυτά που κάνουμε, λέμε ή σκεφτόμαστε; H συγκέντρωσή μας είναι ασθενής γιατί δεν έχουμε συνέχεια σκοπού. Δεν υπάρχει κάποιος υπερβάλλων σκοπός που παραμένει η προτεραιότητά μας σε σχέση με ό,τι άλλο κάνουμε. Πηδάμε συνεχώς από το ένα πράγμα στο άλλο, τη μία επιθυμία στην άλλη, σαν τον ήρωα της διάσημης σάτιρας του Ντράιντεν[1]:

Μισά αρχίναγε τα πάντα, και τα παράταγε γοργά

κι ίσα μια γύρα να κάνει το φεγγάρι

Έκανε το φαρμακοτρίφτη, το βιολιτζή,

τον παλιάτσο και τον πολιτικάντη.

Και επειδή δεν υπάρχει συνέχεια σκοπού, επειδή δεν είμαστε επικεντρωμένοι σ' ένα συγκεκριμένο πράγμα, γι' αυτό το λόγο δεν έχουμε αληθινή ατομικότητα. Είμαστε μια διαδοχή διαφορετικών ατόμων, όλων εμβρυωδών και αποβλητέων. Δεν υπάρχει συστηματική ανάπτυξη, ούτε πραγματική πρόοδος, ούτε αληθινή εξέλιξη.

Κάποια από τα χαρακτηριστικά της μη εγρήγορσης νομίζω ότι είναι ξεκάθαρα. Η μη εγρήγορση είναι μία κατάσταση επιλησμοσύνης, διάσπασης, αδράνειας, ασθενούς συγκέντρωσης, έλλειψης συνέχειας σκοπού, άνευ ουσιαστικής ατομικότητας. Φυσικά η εγρήγορση διακρίνεται ακριβώς από τις αντίθετες ιδιότητες: είναι μία κατάσταση θύμησης, μη απόσπασης, συγκέντρωσης, συνέχειας και σταθερότητας σκοπού και μιας ατομικότητας που συνεχώς αναπτύσσεται. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά ταιριάζουν επίσης στον όρο "επίγνωση", και ιδίως στον όρο Τέλεια Επίγνωση. Βέβαια η Τέλεια Επίγνωση δεν ορίζεται επακριβώς μ' αυτές τις ιδιότητες αλλά μας δίνουν μία γενική ιδέα για τη σημασία των όρων εγρήγορση, επίγνωση και Τέλεια Επίγνωση.

Επίπεδα επίγνωσης

Ας στραφούμε τώρα στο κυρίως θέμα της ανάλυσής μας για την Τέλεια Επίγνωση, που είναι τα επίπεδα επίγνωσης. Αυτά τα επίπεδα, σύμφωνα με την παράδοση, ταξινομούνται με διαφορετικούς τρόπους. Εγώ προτείνω να τα ταξινομήσω με τον εξής τρόπο: επίγνωση των πραγμάτων, αυτεπίγνωση, επίγνωση των ανθρώπων, και τελικά, επίγνωση της Πραγματικότητας, της Αλήθειας ή του Απόλυτου. Αναλύοντας τα επίπεδα επίγνωσης κάτω από αυτές τις επικεφαλίδες πιστεύω ότι θα αποκτήσουμε μια εμπεριστατωμένη άποψη για την πραγματική φύση της Τέλειας Επίγνωσης.

1. Η Επίγνωση των πραγμάτων

Όταν μιλάμε για επίγνωση "πραγμάτων", εννοούμε επίγνωση υλικών πραγμάτων όπως ένα βιβλίο ή ένα τραπέζι, επίγνωση του υλικού κόσμου με τα απειράριθμα αντικείμενά του. Εν ολίγοις, εννοούμε επίγνωση ολόκληρου του φυσικού βασιλείου. Συνήθως δεν έχουμε παρά μία συγκεχυμένη αντίληψη των πραγμάτων γύρω μας, μία επιφανειακή επίγνωση της ύπαρξής τους. Δεν έχουμε επίγνωση του περιβάλλοντος, δεν έχουμε επίγνωση της φύσης, δεν έχουμε επίγνωση του σύμπαντος και γι' αυτό το λόγο πολύ σπάνια μας γίνονται πραγματικά αντιληπτά. Πόσα λεπτά αφιερώνουμε την ημέρα -για να μη πω ώρες- απλά κοιτώντας κάτι; Πιθανότατα ούτε καν δευτερόλεπτα και αυτό επειδή δεν έχουμε χρόνο. Ίσως αυτή να είναι μια από τις μεγαλύτερες κατηγορίες που μπορούμε να προσάψουμε στον σύγχρονο πολιτισμό μας - το γεγονός ότι δεν μας μένει χρόνος ούτε απλά για να κοιτάξουμε κάτι. Μπορεί στο δρόμο μας για τη δουλειά να υπάρχει ένα δέντρο, αλλά δεν έχουμε χρόνο για να το κοιτάξουμε, πόσο μάλλον λιγότερο ρομαντικά πράγματα όπως τοίχους, σπίτια, φράχτες. Έτσι, δεν μπορούμε παρά ν' αναρωτηθούμε τι αξία έχει ο πολιτισμός μας αν δεν μας μένει χρόνος να αντιληφθούμε το περιβάλλον μας; Όπως λέει και ο ποιητής:

Τι να την κάνεις τη ζωή, αν γεμάτος έγνοιες

δεν μένει χρόνος να σταθείς και ν' αποθαυμάσεις;

Πρέπει συνεχώς να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας το γεγονός ότι δεν μας μένει χρόνος για να "αποθαυμάσουμε". Ωστόσο, ακόμα κι αν έχουμε χρόνο και σταματάμε για να κοιτάξουμε, σπανίως βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι. Αυτό που βλέπουμε συνήθως είναι η προβολή της δικής μας υποκειμενικότητας. Μπορεί να κοιτάμε κάτι, αλλά το βλέπουμε μέσα από το πέπλο, το παραπέτασμα, την ομίχλη των προκαταλήψεών μας.

Πριν μερικά χρόνια, όταν ήμουν στην Καλιμπόνγκ, είχα πάει για ένα περίπατο μ' ένα Νεπαλέζο φίλο μου και έτυχε να σταματήσουμε μπροστά από ένα πανέμορφο πεύκο. Καθώς ακολούθησα με το βλέμμα μου τη γραμμή του λυγερού κορμού, φτάνοντας στη βαθυπράσινη φυλλωσιά του, δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ και αναφώνησα: "Τι όμορφο δέντρο!" Ο Νεπαλέζος φίλος μου, που στεκόταν δίπλα μου, είπε, "Ω ναι, υπέροχο δέντρο, κάνει αρκετά καυσόξυλα για ένα ολόκληρο χειμώνα". Το δέντρο τού διέφυγε εντελώς. Το μόνο που είδε ήταν μία κάποια ποσότητα καυσόξυλων. Η πλειονότητα των ανθρώπων βλέπει τον κόσμο με τον ίδιο υλιστικό τρόπο, μία νοοτροπία από την οποία πρέπει να ελευθερωθούμε. Πρέπει να μάθουμε να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι και να μην τα μολύνουμε με οποιοδήποτε μίασμα υποκειμενικότητας, προσωπικού γούστου ή επιθυμίας.

Μια τέτοια νοοτροπία διακρίνει τη βουδδιστική ζωγραφική των χωρών της Άπω Ανατολής, δηλαδή της Ιαπωνίας και της Κίνας. Θα σας πω μια ιστορία, για ένα μαθητευόμενο ζωγράφο, που ρώτησε το διάσημο δάσκαλό του πώς να ζωγραφίσει καλάμια μπαμπού. Ο δάσκαλος δεν του είπε ότι πρέπει να πάρει το πινέλο του και να κάνει κάποιο συγκεκριμένο είδος πινελιάς πάνω στο μεταξωτό χαρτί. Δεν του είπε τίποτα σχετικό με πινέλα ή μπογιές, τίποτα σχετικό με την τεχνική της ζωγραφικής. Είπε απλά "αν θέλεις να ζωγραφίσεις μπαμπού μάθε πρώτα να τα βλέπεις". Όντως, είναι περίεργο το γεγονός ότι πάμε να ζωγραφίσουμε κάτι, δίχως να έχουμε καλά-καλά δει το αντικείμενο που θέλουμε να ζωγραφίσουμε. Ωστόσο αυτή η τακτική είναι συνηθισμένη, αν όχι στους επαγγελματίες, τουλάχιστον στους ερασιτέχνες. Έτσι, όπως μας λέει η ιστορία, ο μαθητής απλά κοίταξε. Βγήκε έξω και άρχισε να κοιτάει τα μπαμπού. Κοιτούσε τα κοτσάνια και τα φύλλα. Είδε πώς ήταν στην ομίχλη, στη βροχή και στο σεληνόφως. Είδε πώς ήταν την άνοιξη, το φθινόπωρο και το χειμώνα. Είδε πώς ήταν τα μεγάλα και πώς ήταν τα μικρά. Τα είδε ν' αλλάζουν χρώματα, πράσινα όταν πρωτόβγαιναν και κίτρινα όταν ξεραίνονταν. Έτσι πέρασαν χρόνια και αυτός απλά κοιτούσε τα μπαμπού. Απέκτησε πραγματική επίγνωση των μπαμπού. Τα έβλεπε με όλη τη σημασία του όρου. Και βλέποντάς τα μ' έναν τέτοιο τρόπο, έγινε ένα με αυτά. Η ζωή του έγινε ένα με τη ζωή των μπαμπού. Μόνο τότε άρχισε να τα ζωγραφίζει. Και μπορείτε να είστε σίγουροι ότι αυτή τη φορά τα ζωγράφιζε πραγματικά. Μπορούμε κάλλιστα να πούμε ότι ήταν ο ίδιος ένα μπαμπού που ζωγράφιζε ένα άλλο μπαμπού.

Σύμφωνα με το βουδδισμό, τουλάχιστον σύμφωνα με το βουδδισμό της Άπω Ανατολής -της Κίνας και της Ιαπωνίας και πάνω απ' όλα την παράδοση του Τσαν και του Ζεν- πρέπει να βλέπουμε όλα τα υλικά πράγματα με τον ίδιο τρόπο. Έτσι πρέπει να βλέπουμε ολάκερη τη φύση: όχι μόνο τα μπαμπού, αλλά τον ήλιο, το φεγγάρι, τ' αστέρια και τη γη, τα δέντρα, τα λουλούδια και τους ανθρώπους. Πρέπει να μάθουμε πώς να βλέπουμε, πώς να κοιτάμε, πώς να έχουμε επίγνωση των πραγμάτων και έτσι θα αποκτήσουμε μιαν ανώτερη δεκτικότητα. Και λόγο αυτής της δεκτικότητας θα γίνουμε ένα με τα πράγματα, θα εξομοιωθούμε μαζί τους και αυτή η ενότητα, αυτή η συνειδητοποίηση της συνάφειας των πάντων, θα γίνει η αφορμή να δημιουργήσουμε (αν έχουμε δημιουργικό ταμπεραμέντο) με όλη τη σημασία του όρου.

2. Η αυτεπίγνωση

Η αυτεπίγνωση έχει διάφορα επιμέρους επίπεδα από τα οποία τρία είναι μείζονος σημασίας: η επίγνωση του σώματος, η επίγνωση των συναισθημάτων και η επίγνωση των σκέψεων.

α) Η επίγνωση του σώματος και των κινήσεών του

Στις Σούτρες ο Βούδδας συνεχώς ενθαρρύνει τους μαθητές του να έχουν αδιάλειπτη επίγνωση του σώματος και των κινήσεών του. Πρέπει να διατηρούμε την επίγνωσή μας όταν περπατάμε, καθόμαστε, στεκόμαστε ή ξαπλώνουμε. Πρέπει να έχουμε επίγνωση της θέσεως των χεριών και των ποδιών μας, του πώς κινούμαστε, πώς χειρονομούμε, κ.τ.λ. Σύμφωνα μ' αυτή τη διδασκαλία, είναι αδύνατο να κάνει κανείς κάτι με βιαστικό, μπερδεμένο ή αδέξιο τρόπο αν διατηρεί την επίγνωσή του. Ένα υπέροχο παράδειγμα επίγνωσης βρίσκουμε στη λεγόμενη γιαπωνέζικη τελετή του τσαγιού. Αυτή η τελετή έχει ως επίκεντρό της μια απλούστατη, καθημερινή πράξη: να ετοιμάζει κανείς ένα φλιτζάνι τσάι, κάτι που όλοι μας έχουμε κάνει εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες φορές. Αλλά πώς κάνουν τσάι στην Ιαπωνία; Πώς γίνεται μέσα στο πλαίσιο της γιαπωνέζικης τελετής; Γίνεται με πολύ διαφορετικό τρόπο γιατί συνοδεύεται από επίγνωση.

Με επίγνωση βάζουν το νερό στην κατσαρόλα. Με επίγνωση βάζουν την κατσαρόλα πάνω στη φωτιά. Με επίγνωση κάθονται και περιμένουν να βράσει το νερό, ακούγοντας τους ήχους του νερού που βράζει και παρακολουθώντας το παιχνίδισμα της φλόγας. Τελικά, με επίγνωση ρίχνουν το βραστό νερό στην τσαγιέρα, με επίγνωση αδειάζουν το τσάι στα φλιτζάνια, το προσφέρουν, το πίνουν, κρατώντας απόλυτη σιγή όλη την ώρα. Όλη η διαδικασία είναι μια άσκηση επίγνωσης. Αντιπροσωπεύει την εφαρμογή τής επίγνωσης στις δραστηριότητες της καθημερινότητας. Ό,τι κάνουμε πρέπει να διέπεται από αυτήν τη νοοτροπία. Τα πάντα πρέπει να γίνονται ακολουθώντας την ίδια αρχή όπως στη γιαπωνέζικη τελετή του τσαγιού. Τα πάντα δηλαδή πρέπει να γίνονται με επίγνωση και εγρήγορση, και επομένως με μετρημένες κινήσεις, διακριτικότητα και χάρη, όπως και με αξιοπρέπεια, αρμονία και πραότητα.

Αν όμως η γιαπωνέζικη τελετή του τσαγιού αντιπροσωπεύει ένα συγκεκριμένο επίπεδο επίγνωσης στην καθημερινή ζωή και ένα συγκεκριμένο τύπο πνευματικής κουλτούρας -αυτό του βουδδισμού της Άπω Ανατολής και κυρίως του Ζεν- τι είδους παρεμφερής τελετή ή θεσμός υπάρχει που ν' αντιπροσωπεύει αυτήν τη νοοτροπία στη Δύση; Τι είναι αυτό που ενσαρκώνει το πνεύμα της εμπορικής μας κουλτούρας; Μετά από πολύ σκέψη έφτασα στο συμπέρασμα ότι χαρακτηριστικό της κουλτούρας μας είναι το γεύμα εργασίας. Κατά τη διάρκεια ενός γεύματος εργασίας, προσπαθεί κανείς να κάνει δύο πράγματα ταυτοχρόνως: να ευχαριστηθεί το φαγητό του και να κλείσει μια καλή δουλειά. Αυτού του είδους η συμπεριφορά, όπου κάποιος προσπαθεί να κάνει ταυτόχρονα δύο αντιφατικά πράγματα, είναι αρκετά ασυνεπής με οποιαδήποτε έννοια της αληθινής, ουσιαστικής ή βαθιάς επίγνωσης. Συν τοις άλλοις, δεν κάνει και πολύ καλό στην πέψη.

Η επίγνωση του σώματος και των κινήσεών του θα έχει ως αποτέλεσμα, αν είναι συνεχής, να επιβραδύνει τις κινήσεις. Ο ρυθμός της ζωής θα γίνει πιο σταθερός και πιο συνεπής. Τα πάντα θα γίνονται πιο αργά και προμελετημένα. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα είμαστε λιγότερο αποδοτικοί. Αντιθέτως, το άτομο που κάνει τα πάντα αργά γιατί τα κάνει με επίγνωση και προμελέτη, μπορεί να επιτύχει περισσότερα από το άτομο που δίνει την εντύπωση του αποδοτικού, μόνο και μόνο επειδή έχει ένα σωρό χαρτιά στο γραφείο του, ενώ στην ουσία τα έχει απλώς χαμένα. Ένα πραγματικά αποδοτικό άτομο κάνει τα πάντα με ηρεμία και μεθοδικότητα, και καθώς δεν χρονοτριβεί ασκόπως, επειδή διέπεται από επίγνωση, αποδίδει περισσότερο από κάποιον άλλο.

β) Η επίγνωση των συναισθημάτων

Κατ' αρχάς, επίγνωση των συναισθημάτων σημαίνει να ξέρουμε αν είμαστε χαρούμενοι, λυπημένοι ή κάπου ενδιάμεσα, σε μία γκρίζα, ανιαρή και ουδέτερη κατάσταση. Καλλιεργώντας την επίγνωση της συναισθηματικής μας ζωής, θα διαπιστώσουμε ότι οι αδέξιες συναισθηματικές καταστάσεις, αυτές δηλαδή που συνδέονται με τον πόθο, το μίσος ή το φόβο, τείνουν να εξαλειφθούν, ενώ οι επιδέξιες συναισθηματικές καταστάσεις, αυτές δηλαδή που συνδέονται με την αγάπη, την πραότητα, τη συμπόνια και τη χαρά, τείνουν να επικρατήσουν. Για παράδειγμα, αν από τη φύση μας είμαστε ευέξαπτοι, τότε, καλλιεργώντας την επίγνωση των συναισθημάτων, στην αρχή θα είμαστε ικανοί να συνειδητοποιήσουμε το θυμό όταν πλέον θα έχει περάσει. Με λίγη εξάσκηση θα συνειδητοποιούμε ότι είμαστε θυμωμένοι. Και με λίγη ακόμα εξάσκηση θα συνειδητοποιούμε ότι ο θυμός μας βρίσκεται εν τη γενέσει. Αν συνεχίσουμε να καλλιεργούμε την επίγνωση στη συναισθηματική μας ζωή μ' αυτόν τον τρόπο, τότε οι αδέξιες συναισθηματικές καταστάσεις θα υποχωρήσουν ή τουλάχιστον θα τις έχουμε υπό έλεγχο.

γ) Η επίγνωση των σκέψεων

Αν ξαφνικά ρωτήσουμε κάποιον: "τι σκέφτεσαι αυτή τη στιγμή;" η συνήθης απάντηση θα είναι "δεν ξέρω". Αυτό γίνεται γιατί στην πραγματικότητα δε σκεφτόμαστε, απλά επιτρέπουμε στις σκέψεις να στριφογυρνάνε στο νου μας. Δεν έχουμε μια ξεκάθαρη αίσθηση των σκέψεών μας, αλλά μία αμυδρή και ατελή επίγνωση της ύπαρξής τους. Δεν κατευθύνουμε το νου μας. Δηλαδή, δεν αποφασίζουμε να σκεφτούμε για κάτι συγκεκριμένο και μετά να εκτελέσουμε την απόφασή μας. Το μυαλό μας γίνεται βορά διαφόρων σκέψεων και ιδεών που δεν έχουν ούτε σκοπό ούτε κατεύθυνση. Εισέρχονται και εξέρχονται, ελίσσονται σαν στρόβιλοι, κάνοντας αέναους κύκλους στο μυαλό μας.

Επομένως πρέπει να μάθουμε να τις παρακολουθούμε, από στιγμή σε στιγμή, για να δούμε από πού έρχονται και πού πηγαίνουν. Αν το κάνουμε αυτό θα διαπιστώσουμε ότι η ροή των σκέψεών μας θα ελαττωθεί και το συνεχές νοητικό παραμιλητό μας θα σταματήσει. Κάποια στιγμή, αν συνεχίσουμε ν' ασκούμαστε στην επίγνωση των σκέψεων, ο νους μας θα γίνεται ορισμένες φορές -κατά τη διάρκεια βαθύ διαλογισμού- τελείως σιωπηλός. Όλες οι σκέψεις, όλες οι ιδέες και οι έννοιες θα αφανιστούν, αφήνοντας το νου άδειο και σιωπηλό, αλλά ταυτόχρονα γεμάτο. Είναι πιο δύσκολο να καταφέρουμε αυτού του είδους τη σιωπή ή την κενότητα του νου, παρά τη σιωπή της γλώσσας, αλλά σ' αυτό το σημείο, όταν πλέον ως αποτέλεσμα της επίγνωσης ο νους έχει σιωπήσει και οι σκέψεις έχουν εξαφανιστεί, αφήνοντας πίσω τους μια αγνή και καθαρή συνείδηση ή επίγνωση, αρχίζει πραγματικά ο διαλογισμός.

Αυτά τα τρία είδη αυτεπίγνωσης -η επίγνωση του σώματος, η επίγνωση των συναισθημάτων και η επίγνωση των σκέψεων- θα πρέπει να καλλιεργούνται, αδιαλείπτως, μας λένε, συνοδεύοντας την κάθε μας δραστηριότητα. Θα πρέπει να διατηρούμε την επίγνωσή μας όχι μόνο την ημέρα αλλά και τη νύχτα - ακόμα και κατά την διάρκεια των ονείρων μας[2]. Αν διατηρούμε αδιαλείπτως αυτή μας την επίγνωση: την επίγνωση των κινήσεων του σώματος, του πώς πατάει το πόδι μας στο έδαφος και πώς σηκώνεται αντίστοιχα το χέρι· την επίγνωση αυτών που λέμε· την επίγνωση των συναισθημάτων μας, αν δηλαδή είμαστε χαρούμενοι, λυπημένοι ή κάπου στο ενδιάμεσο· την επίγνωση των σκέψεών μας και το αν είναι διασπασμένες ή έχουν κάποιο επίκεντρο - αν διατηρούμε αδιαλείπτως μία τέτοιου είδους επίγνωση, αν είναι δυνατόν και σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας, τότε θα διαπιστώσουμε, δίχως αμφιβολία, ότι σταδιακά και ανεπαίσθητα, αυτή η επίγνωση θα μετουσιώσει και θα μεταλλάξει κάθε πλευρά του εαυτού μας.

Σύμφωνα με την ψυχολογία, η επίγνωση είναι ο πιο δυνατός καταλύτης που γνωρίζουμε. Αν ζεστάνουμε το νερό θα μεταμορφωθεί σε ατμό. Με τον ίδιο τρόπο, αν αγγίξουμε τον ψυχικό μας κόσμο με τη μαγεία της επίγνωσης θα εξυψωθεί και θα μεταλλαχθεί.

3. Η επίγνωση των ανθρώπων

Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε συνήθως τους ανθρώπους -αν τους αντιλαμβανόμαστε- δεν είναι ως ανθρώπινα όντα αλλά ως αντικείμενα που βρίσκονται "έξω από μας". Με άλλα λόγια, τους αντιλαμβανόμαστε ως ξένα σώματα που έρχονται σ' επαφή με το δικό μας σώμα. Ωστόσο αυτός ο τρόπος αντίληψης δεν είναι επαρκής. Πρέπει να τους δούμε ως ανθρώπινα όντα.

Πώς γίνεται αυτό; Πώς μπορεί κανείς να δει κάποιον ως ανθρώπινο ον; Πρώτ' απ' όλα πρέπει να τους κοιτάξουμε. Μπορεί ν' ακούγεται εύκολο αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο. Και όταν λέω "κοιτάω" δεν εννοώ "χαζεύω". Δεν πρέπει να τους καρφώνουμε με το υπνωτικό μας βλέμμα αλλά απλά να κοιτάζουμε - πράγμα που δεν είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται. Δε θα ήταν υπερβολή άμα έλεγα ότι μερικοί δεν έχουν κοιτάξει ποτέ τους έναν άνθρωπο, ενώ σε μερικούς άλλους δεν έτυχε κανείς ποτέ να τους κοιτάξει. Κατά παράδοξο τρόπο, είναι δυνατό να ζήσει και να πεθάνει κάποιος χωρίς ποτέ του να έχει κοιτάξει ή να τον έχουν κοιτάξει. Κι αν δεν κοιτάμε τους άλλους τότε δεν μπορούμε να έχουμε επίγνωση της ύπαρξής τους.

Σαν μέρος των δραστηριοτήτων των ΦΔΒΤ κάνουμε μερικές φορές ασκήσεις επικοινωνίας. Έχουμε τέσσερις τέτοιες ασκήσεις, η πρώτη είναι το "απλώς κοιτάζω", δηλαδή δύο άτομα που κάθονται αντικριστά, απλά κοιτώντας ο ένας τον άλλο, αποφεύγοντας την ένταση, τα αισθήματα δυσφορίας και τα υστερικά γέλια. Αυτή είναι η πρώτη άσκηση που γίνεται, γιατί είναι αδύνατο να υπάρξει πραγματική επικοινωνία με ένα άτομο, αν δεν έχουμε επίγνωση της ύπαρξής του. Η επικοινωνία βέβαια είναι ένα ξεχωριστό θέμα. Αναφέρθηκα στην επικοινωνία όταν μιλούσα για τον Τέλειο Λόγο και το μόνο πράγμα που χρειάζεται να επαναλάβω εδώ είναι ότι δεν περιορίζεται στο λόγο. Μπορεί να είναι τόσο άμεση και αδιόρατη που να αγγίζει τα όρια της τηλεπάθειας. Μια τέτοιου είδους επικοινωνία είναι ενδεικτική ενός υψηλού επιπέδου επίγνωσης.

Στην Ινδία, υπάρχει μια σημαντική μορφή επίγνωσης των ανθρώπων που λέγεται ντάρσαν. Η κυριολεκτική σημασία αυτής της λέξης είναι "όραση" ή "αντίληψη" και χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται κανείς τον πνευματικό δάσκαλο. Στην Ινδία οι πνευματικοί δάσκαλοι κατοικούν στα λεγόμενα άσραμ (κέντρα απομόνωσης) και εκεί δέχονται τους μαθητές τους ή τυχόν επισκέπτες. Το έθιμο στα άσραμ είναι ότι μετά την εσπερινή λειτουργία που λέγεται αρατί -κατά τη διάρκεια της οποίας οι πιστοί ανεμίζουν φανάρια μπροστά από την εικόνα της οποιασδήποτε ινδουιστικής θεότητας τυχαίνει να λατρεύεται- ο δάσκαλος απλά κάθεται και ο κόσμος μαζεύεται για να τον δει. Όταν πρόκειται για διάσημους δασκάλους, οι πιστοί προσέρχονται από κάθε γωνιά της Ινδίας, όχι απλά ανά εκατοντάδες αλλά ανά δεκάδες χιλιάδες, και το μόνο που κάνουν είναι να κάθονται και να τον κοιτούν. "Παίρνουν το ντάρσαν του". Με άλλα λόγια κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να έχουν επίγνωση του δασκάλου - δηλαδή επίγνωση του δασκάλου ως πνευματικού ανθρώπου ή ως ζωντανής ενσάρκωσης ενός πνευματικού ιδανικού.

Ο περίφημος Ραμάνα Μαχάρσι, στον οποίο αναφέρθηκα ενώ μιλούσα για τον Τέλειο Λόγο, καθόταν στο άσραμ του "δίνοντας ντάρσαν" για βδομάδες, ακόμα και μήνες. Νομίζω ότι καθόταν στο ίδιο σημείο για πενήντα χρόνια και ο κόσμος ερχόταν από κάθε γωνιά της Ινδίας για να τον δει, να τον κοιτάξει, να τον ζήσει. Σπάνια ρωτούσε κάποιος κάτι ή άνοιγε συζήτηση. Οι περισσότεροι απλά κάθονταν, κοιτούσαν και αφομοίωναν την ύπαρξή του. Έπαιρναν ντάρσαν. Σύμφωνα με την ινδική πνευματική παράδοση δεν αρκεί ν' ακούει κανείς τις οδηγίες του δασκάλου. Πρέπει να έχει επίγνωση του δασκάλου ως πνευματικού ατόμου. Πολύ λίγα μπορεί να κερδίσει κανείς από τη συναναστροφή του με το δάσκαλο δίχως αυτό το είδος επίγνωσης. Ίσως κερδίσει διανοητικά αλλά σίγουρα δε θα κερδίσει πνευματικά.

4. Η επίγνωση της πραγματικότητας

Το να έχει κανείς επίγνωση της πραγματικότητας, δε σημαίνει να σκέφτεται σχετικά με το τι σημαίνει η πραγματικότητα, δε σημαίνει καν να σκέφτεται σχετικά με το τι σημαίνει η επίγνωση της πραγματικότητας. Ο καλύτερος τρόπος που θα μπορούσαμε να την περιγράψουμε, θα ήταν αν λέγαμε ότι επίγνωση της πραγματικότητας είναι ένας άμεσος, μη εννοιολογικός στοχασμός. Έχει βέβαια πολλές μορφές, αλλά θα αναφερθώ μόνο σε μία ή δύο.

Μια από τις πιο γνωστές και πιο εφαρμοσμένες είναι γνωστή ως στοχασμός -ή επίγνωση- του Βούδδα, του Φωτισμένου Όντος. Με αυτό εννοούμε επίγνωση του προσώπου του Βούδδα, με την έννοια της επίγνωσης της πραγματικότητας όπως αυτή ενσαρκώνεται στη μορφή του Φωτισμένου ανθρώπου-δάσκαλου. Αν κάνει κανείς αυτή την άσκηση τακτικά, θ' αρχίσει να διαισθάνεται εσωτερικά την εξωτερική εμφάνιση του Βούδδα - το πώς θα ήταν πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια, καθώς περιπλανιόταν στην Ινδία. Σκοπός μας είναι να δούμε ή να προσπαθήσουμε να δούμε, την ψηλή, γαλήνια φιγούρα του, με το κίτρινο ένδυμα, να ταξιδεύει από το ένα άκρο της Βόρειας Ινδίας στο άλλο, κηρύττοντας και διδάσκοντας. Ύστερα, προσπαθούμε να δούμε το Βούδδα -ή να διαισθανθούμε εσωτερικά την ύπαρξή του- σε σημαντικές στιγμές του βίου του, κυρίως όταν κάθισε κάτω από το Δέντρο Μπόντι εκδιώκοντας τα στρατεύματα του Μάρα μέσα στον ίδιο του το νου, και φτάνοντας στη Φώτιση. Και το ίδιο πράγμα μπορούμε να κάνουμε με πολλά άλλα επεισόδια από τη ζωή του.

Φέρνουμε στο νου τις αρετές του Βούδδα: την απεριόριστη σοφία, την άπειρη ευσπλαχνία, τη μεγάλη γαλήνη, την άψογη αγνότητα, κ.τ.λ. Μετά προσπαθούμε να δούμε την κοινή ουσία όλων αυτών των αρετών. Προσπαθούμε να δούμε την ουσία της Τελειότητας μέσα στην Τελειότητα του Τέλειου Όντος, την ουσία της Φώτισης μέσα στη Φώτιση. Με άλλα λόγια προσπαθούμε ν' αποκτήσουμε κάποια επίγνωση της Πραγματικότητας όπως αυτή εκφράζεται διαμέσου της εικόνας του Βούδδα - του Φωτισμένου Όντος.

Μπορούμε επίσης να ασκηθούμε στην επίγνωση της σουνυάτα ή κενότητας: επίγνωση της Πραγματικότητας, ως κενής οποιουδήποτε νοητικού περιεχομένου, πέρα από τη σκέψη και τη φαντασία, πέρα ακόμα και από τη φιλοδοξία και την επιθυμία. Ωστόσο, αυτού του είδους η άσκηση επίγνωσης της γυμνής Πραγματικότητας απαιτεί κάποια προηγούμενη εμπειρία στο διαλογισμό.

Η επίγνωση της Πραγματικότητας είναι το δυσκολότερο επίπεδο στη συντήρησή του. Και γι' αυτό το λόγο διάφορες μέθοδοι αναπτύχθηκαν για να μας βοηθήσουν να διατηρήσουμε μία συνεχή επίγνωση της Πραγματικότητας, του Απόλυτου, του Υπερβατικού. Μία από αυτές είναι η συνεχής επανάληψη ενός μάντρα, μιας ιερής λέξης ή συλλαβής ή σειράς συλλαβών που συνδέεται συνήθως με το Βούδδα ή κάποιο Μποντισάττβα. Η συνεχής επανάληψη του μάντρα -αφού βέβαια έχει προηγηθεί η πρέπουσα μύηση- όχι μόνο μας φέρνει σ' επαφή με αυτά που αντιπροσωπεύει, αλλά διατηρεί αυτή την επαφή σε όλες τις μεταβολές, όλα τα σκαμπανεβάσματα, τις απογοητεύσεις και τις τραγωδίες της ζωής. Θα φτάσει κάποια στιγμή που η επανάληψη θα γίνει αυθόρμητη (και όχι αυτόματη) και θα αναδύεται από μέσα μας κάθε στιγμή, ακόμα και ανεξάρτητα από τη δική μας βούληση, έτσι ώστε ένα λεπτό νήμα επαφής με την Πραγματικότητα να διατηρείται ακόμα και εν μέσω όλων μας των ασχολιών και των καθηκόντων, όλων των ευθυνών και των δοκιμασιών, καθώς και όλων των ηδονών, οτιδήποτε δηλαδή αποτελεί μέρος της κοινής ανθρώπινης εμπειρίας.

Αυτά είναι τα κύρια επίπεδα επίγνωσης: επίγνωση των πραγμάτων, αυτεπίγνωση, επίγνωση των ανθρώπων, και πάνω απ' όλα, επίγνωση της Πραγματικότητας. Καθένα από αυτά τα επίπεδα επηρεάζει, μ' ένα συγκεκριμένο τρόπο, το άτομο που τα θέτει σε εφαρμογή. Διαμέσου της επίγνωσης των πραγμάτων, όπως αυτά είναι, ελευθερωνόμαστε από το μίασμα της υποκειμενικότητας. Διαμέσου της αυτεπίγνωσης εκλεπτύνουμε την ψυχοφυσική μας ενέργεια. Διαμέσου της επίγνωσης των ανθρώπων αναζωπυρώνεται το ενδιαφέρον μας. Τελικά, διαμέσου της επίγνωσης της Πραγματικότητας μετουσιωνόμαστε, μεταλλασσόμαστε και μεταμορφωνόμαστε.

Όλα αυτά τα διαφορετικά είδη επίγνωσης συμβάλλουν, με το δικό τους ξεχωριστό τρόπο, στη διαδικασία της Υψηλότερης Εξέλιξης. Το καθένα ξεχωριστά και όλα μαζί, μας φέρνουν πιο κοντά στο τελευταίο στάδιο του Μονοπατιού - την Τέλεια Σαμάντι.



[1] John Dryden, (1631-1700), Άγγλος ποιητής, κριτικός και θεατρικός συγγραφέας. Ο συγγραφέας αναφέρεται στην πολιτική του σάτιρα με τίτλο: "Absalom and Achitophel". [Σ.τ.Μ.]
[2] Βλ. Δημήτρης Ευαγγελόπουλος, Το Συνειδητό Ονείρεμα, Έσοπτρον, 1998, σ. 342 [Σ.τ.Μ.]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου