ΣΑΝΓΚΑΡΑΚΣΙΤΑ [ΟΡΑΜΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ] Κεφάλαιο 5

ΣΑΝΓΚΑΡΑΚΣΙΤΑ
ΟΡΑΜΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ
Μια εισαγωγή στο Ευγενές Οκταπλό Μονοπάτι του Βούδδα


Κεφάλαιο 5 

Ιδανική Κοινωνία: Τέλεια Εργασία


Δεν μπορούμε ν' αμφισβητήσουμε το γεγονός ότι όλοι μας βλέπουμε όνειρα. Σύμφωνα με τα λεγόμενα των ψυχολόγων, βλέπουμε όνειρα τέσσερις με πέντε φορές κάθε βράδυ. Λέγεται ότι ακόμα και τα ζώα βλέπουν όνειρα, όπως μπορεί και εμείς οι ίδιοι να διαπιστώσουμε αν έχουμε κατοικίδια. Όνειρα βέβαια δε βλέπουμε μόνο το βράδυ που κοιμόμαστε, αλλά επίσης και την ημέρα όταν ονειροπολούμε. Κατά τη διάρκεια ενός ευχάριστου και ηλιόλουστου απογεύματος ενώ π.χ. καθόμαστε σ' ένα παγκάκι και καθώς νιώθουμε άνετα και όμορφα, αυτόματα αρχίζουμε να ρεμβάζουμε. Αυτό είναι κάτι που όλοι κάνουμε κάποιες στιγμές της ζωής μας.


Η διαδικασία του ονειροπολήματος βέβαια δεν είναι παρά ένα είδος έκφρασης μιας επιθυμίας ή ενός ευσεβούς πόθου. Ονειρευόμαστε όλα αυτά που θα μας άρεσε να έχουμε ή να είμαστε και ο λόγος είναι ότι βρίσκουμε τη ζωή μας ανιαρή και δίχως ενδιαφέρον. Μπορεί να κάνουμε μια κουραστική και μονότονη δουλειά. Μπορεί να βρισκόμαστε σε μία δύσκολη περίοδο της ζωής μας. Μπορεί να είμαστε αναγκασμένοι να σχετιζόμαστε με ανθρώπους που δεν μας πολυαρέσουν. Μπορεί ακόμα όχι μόνο να βρίσκουμε τη ζωή μας ανιαρή και δίχως ενδιαφέρον αλλά και οδυνηρή. Έτσι προσπαθούμε να ξεφύγουμε απ' όλα αυτά δημιουργώντας ένα δικό μας κόσμο πέρα από τη συνήθη καθημερινότητά μας. Στο ονειροπόλημά μας φανταζόμαστε διάφορα πράγματα. Μπορεί να φανταζόμαστε μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Μπορεί να φανταζόμαστε κάποιον ιδανικό κόσμο ή κοινωνία όπου έχουν εξαλειφθεί οι ατέλειες του κόσμου και της κοινωνίας μας. Εδώ βιώνουμε μιζέρια και δυστυχία αλλά μας αρέσει να φανταζόμαστε ένα άλλο μέρος, έναν άλλο κόσμο, όπου όλοι είναι ευτυχισμένοι και ανάμεσα σ' αυτούς αναμφισβήτητα και εμείς. Αυτό το είδος ονειροπολήματος δεν είναι και τόσο κακό πράγμα, υπό τον όρο ότι δεν το κάνουμε πολύ συχνά ή δεν το κάνουμε σε κάποια στιγμή που θα έπρεπε να κάνουμε κάτι άλλο.

Αν και συνήθως το ονειροπόλημα ανήκει στην κατηγορία της μη παραγωγικής φαντασίωσης, μερικές φορές μπορεί να λειτουργήσει σαν ένα όραμα για το μέλλον. Κατά κάποιο τρόπο, το όνειρο τού σήμερα μπορεί να γίνει η πραγματικότητα τού αύριο. Ανατρέχοντας στην ιστορία της ανθρωπότητας, στην ιστορία της κουλτούρας, των θρησκειών, των τεχνών και της φιλοσοφίας, θα διαπιστώσουμε ότι μερικοί από τους σημαντικότερους ανθρώπους του παρελθόντος ανήκαν στην κατηγορία των ονειροπόλων. Αν πάμε πίσω στις μέρες της Αρχαίας Ελλάδας, στον Πλάτωνα για παράδειγμα -που είναι σίγουρα ένας από τους σπουδαιότερους ανθρώπους που έζησαν ποτέ- θα δούμε ότι και αυτός αρεσκόταν στο να οραματίζεται. Ένα από τα μεγαλύτερα οράματά του ήταν η Πολιτεία, αυτός ο εκτενής διάλογος σε δώδεκα τόμους στον οποίο αντικατοπτρίζεται το όραμά του για μία ιδανική κοινωνία, μία κοινωνία εδραιωμένη στη δικαιοσύνη. Πηγαίνοντας σε άλλο χρόνο και άλλον πολιτισμό -και άλλα οράματα- βρίσκουμε στην Αποκάλυψη του Ιωάννου, το τελευταίο μέρος της Αγίας Γραφής, αυτό το πανέμορφο όραμα μιας νέας Ιερουσαλήμ με τα τείχη από ίασπη και τις θύρες από μαργαριτάρια - ένα αρχετυπικό όραμα, ένας σημαντικότατος μύθος. Μετακινούμενοι προς τους καιρούς μας, έχουμε την Ουτοπία του More, τη Νέα Ατλαντίδα του Bacon, την Πόλη του Ηλίου του Campanella, κ.τ.λ., μέχρι να φτάσουμε στους Θεανθρώπους του H. G. Wells. Όλα αυτά είναι οράματα μιας ιδανικής κοινωνίας, ενός μεταστοιχειωμένου και μεταμορφωμένου κόσμου.

Ο βουδδισμός έχει κι αυτός τα δικά του οράματα. Το βουδδιστικό όραμα της τέλειας κοινωνίας βρίσκεται στην ιδέα της Σουκαβάτι, της "Αγνής Χώρας" του Αμιτάμπα, του Βούδδα του Άπειρου Φωτός, έτσι όπως αυτή περιγράφεται σε ορισμένες από τις Σούτρες της Μαχαγιάνας. Η Αγνή Χώρα -ή Ευτυχισμένη Χώρα- που αντιπροσωπεύεται από τη Σουκαβάτι -ιδίως όπως διδάσκεται στη σχολή Σιν του γιαπωνέζικου βουδδισμού- είναι ένα μέρος, ένας κόσμος, ένα επίπεδο ύπαρξης, δίχως πόνο, δυστυχία, φτώχια, χωρισμό, πένθος ή απώλεια οποιουδήποτε είδους. Είναι ένα μέρος δίχως γεράματα, αρρώστιες ή θάνατο. Είναι ένα απόλυτα ειρηνικό μέρος δίχως συγκρούσεις, πολέμους ή μάχες, δίχως ακόμα και παρεξηγήσεις - τόσο τέλειο και αρμονικό, αν αυτό είναι δυνατόν! Επίσης, οι Σούτρες της Μαχαγιάνας, μας πληροφορούν ότι στην Αγνή ή Ευτυχισμένη Χώρα δεν υπάρχουν διακρίσεις μεταξύ αρσενικού και θηλυκού και κανείς δε χρειάζεται να δουλέψει για να κερδίσει τα προς το ζην. Φαγητό και ρουχισμός εμφανίζονται από μόνα τους εκεί που χρειάζονται. Στην Αγνή Χώρα δεν κάνει κανείς τίποτα πέρα από το να κάθεται στο χρυσό, μαβί ή μπλε λωτό του, στα πόδια του Βούδδα, και ν' ακούει τις ομιλίες του για το Ντάρμα. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά τα ωραία, ιδίως για μας τους Άγγλους, ο καιρός στην Αγνή Χώρα υποτίθεται ότι είναι πάντα υπέροχος. Αυτό είναι το βουδδιστικό όραμα μιας τέλειας κοινωνίας και ενός τέλειου κόσμου.

Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται πολύ μακρινά και μάλλον συμβολικά ή ακόμα και μυθικά, δίχως να μας αφορούν ιδιαίτερα, αλλά οι βουδδιστές, αν και μπορούν να ονειρεύονται, και να ονειρεύονται με χάρη, δεν αρκούνται στα όνειρα. Η διδασκαλία του Βούδδα σε σχέση μ' αυτά τα ερωτήματα διακρίνεται από ευφυΐα, πρακτικότητα και ρεαλισμό. Οι βουδδιστές δεν αρκούνται μόνο στο να ονειρεύονται μια ιδανική μελλοντική κοινωνία ή κάποιον ιδανικό κόσμο σε κάποιο άλλο επίπεδο, αλλά προσπαθούν να δημιουργήσουν την ιδανική κοινωνία, την ιδανική κοινότητα, εδώ και τώρα, σε τούτον δω τον κόσμο. Προσπαθούν, μ' ένα σωρό διαφορετικούς τρόπους, να μεταμορφώσουν και να μεταλλάξουν αυτόν τον κόσμο και αυτή την κοινωνία με γνώμονα την ιδανική εικόνα του μέλλοντος. Ένας από τους τρόπους με τους οποίους προσπαθούν να το κάνουν αυτό είναι η διδασκαλία της Σωστής Εργασίας, το πέμπτο βήμα του Ευγενούς Οκταπλού Μονοπατιού του Βούδδα.

Τα προηγούμενα στάδια του Ευγενούς Οκταπλού Μονοπατιού αφορούσαν την αρχική πνευματική εμπειρία ή ενόραση για τη φύση της ύπαρξης, συμπεριλαμβανομένης της δικής μας, και τη μετουσίωση της συναισθηματικής μας ζωής, της επικοινωνίας μας με τους άλλους και της καθημερινής συμπεριφοράς μας, διαμέσου αυτής της εμπειρίας. Με άλλα λόγια, μέχρι στιγμής, το Οκταπλό Μονοπάτι αφορούσε τη μετουσίωση του ξεχωριστού, ατομικού εαυτού μας. Σ' αυτό το βήμα, την Τέλεια Εργασία, επικεντρωνόμαστε στη μετουσίωση της συλλογικής ζωής, της ζωής τής κοινότητας, της κοινωνικής ζωής. Αυτή είναι μια παραμελημένη και υποτιμημένη πλευρά του βουδδισμού, μα η ιδέα της μετουσίωσης, όχι μόνο της προσωπικής μας ζωής αλλά επίσης και της κοινωνίας, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των διδασκαλιών.

Ο βουδδισμός αποσκοπεί όχι μόνο στη δημιουργία του τέλειου ατόμου αλλά και στη δημιουργία της τέλειας κοινωνίας. Σε τελική ανάλυση αποτελούμε όλοι μας μέρος της κοινωνίας, σχετιζόμαστε σε προσωπικό επίπεδο ο ένας με τον άλλο και επομένως είναι πολύ δύσκολο ν' αλλάξουμε τον εαυτό μας αν δεν αλλάξει η κοινωνία. Οι Ινδοί έχουν την εξής παροιμία: "Δεν μπορείς να δουλέψεις στην κουζίνα χωρίς να κολλήσει έστω και λίγη καπνιά πάνω σου" (Είναι κάπως δύσκολο να μαγειρέψει κανείς στην Ινδία χωρίς να λερωθεί). Παρομοίως, είναι αδύνατο να ζήσει και να δουλέψει κανείς σε μία διεφθαρμένη και ουσιαστικά ανήθικη κοινωνία διατηρώντας την αγνότητά του. Έτσι, ακόμα και για το καλό της ατομικής πνευματικής και ηθικής ζωής πρέπει κανείς να καταβάλει μια κάποια προσπάθεια για ν' αλλάξει την κοινωνία μέσα στην οποία ζει. Είναι όλα ωραία και καλά να μιλάμε για το λωτό που ανθίζει στο μέσο του βάλτου αλλά είναι πολύ δύσκολο να είναι κανείς λωτός όταν ο βάλτος είναι ιδιαίτερα βαθύς και βρώμικος!

Η συλλογική ύπαρξη αποτελείται από τρεις βασικές πλευρές -την καθαρά κοινωνική πλευρά, την πολιτική πλευρά και την οικονομική πλευρά- και ο βουδδισμός διαθέτει διδασκαλίες που καλύπτουν και τις τρεις.

Ο βουδδισμός εμπεριέχει διάφορες κοινωνικές διδασκαλίες, προσαρμοσμένες κυρίως στο πλαίσιο της αρχαίας ινδικής ζωής. Για παράδειγμα, ο Βούδδας δεν ήταν υπέρ του ταξικού συστήματος που ήταν κυρίαρχο χαρακτηριστικό τής κοινωνικής ζωής στην Ινδία την εποχή εκείνη και συνεχίζει να υφίσταται μέχρι τις μέρες μας. Σύμφωνα μ' αυτό το σύστημα η θέση ενός ατόμου στην κοινωνία εξαρτάται από την καταγωγή του. Αν ήσουν γιος βραχμάνου τότε γινόσουν βραχμάνος, αν ήσουν γιος εμπόρου τότε γινόσουν έμπορος και δεν μπορούσες να κάνεις τίποτα για ν' αλλάξεις αυτή την τάξη πραγμάτων. Ακόμα και σήμερα το σύστημα καστών είναι πολύ ισχυρό στην Ινδία, ιδίως στα χωριά, με συνέπεια να απονεκρώνει την οποιαδήποτε τάση πρωτοβουλίας. Γι' αυτό, ο Βούδδας δήλωσε ξεκάθαρα ότι το κριτήριο για τη θέση ενός ατόμου στην κοινωνία δεν πρέπει να είναι η καταγωγή του αλλά η αξία του. Αυτό είναι ένα παράδειγμα της κοινωνικής διδασκαλίας του.

Παρομοίως, στον πολιτικό στίβο ο βουδδισμός υποστηρίζει -ή μάλλον συνήθιζε να υποστηρίζει- το ιδανικό της λεγόμενης Νταρμαράτζα στο οποίο έχουν αφιερωθεί αρκετές σούτρες. Ντάρμα σημαίνει αλήθεια, αρετή, πραγματικότητα. Ράτζα σημαίνει βασιλιάς ή ακόμα και κυβέρνηση. Έτσι το ιδανικό της Νταρμαράτζα είναι μια ιδανική κυβέρνηση που διέπεται από αρετή: ότι οι ηθικοί και πνευματικοί προβληματισμοί και αξίες ακόμα και στις πολιτικές υποθέσεις πρέπει να είναι πάνω απ' όλα. Αντιπροσωπεύει την ιδέα ότι η πολιτική δεν πρέπει να είναι απλά ένα πεδίο διενέξεων αντιπάλων συμφερόντων και φατριών, ούτε ένα ζήτημα δόλιων μέσων και μηχανορραφιών, αλλά θα πρέπει να διέπεται από ηθικές και πνευματικές αξίες οι οποίες θα εφαρμόζονται στο επίπεδο της συλλογικής ύπαρξης. Στην Ινδία, η ύψιστη ενσάρκωση τέτοιων ιδανικών σε πολιτικό επίπεδο ήταν ο Αυτοκράτορας Ασόκα. Ήταν ο μέγας κυβερνήτης της δυναστείας των Μαουρία και έζησε δύο αιώνες μετά από το Βούδδα. Ο πατέρας του του κληροδότησε το βασίλειο της Μαγκάντα, το οποίο διεύρυνε απορροφώντας σχεδόν όλα τα υπόλοιπα κράτη της Ινδίας. Μια σειρά επιχειρήσεων εκκαθάρισης εξέτεινε τη Μαγκάντα πέρα από τα όρια της σημερινής Ινδίας και του Πακιστάν. Η τελευταία περιοχή που κατέκτησε ο Ασόκα, όταν δεν είχε γίνει ακόμα βουδδιστής, ήταν η Καλίνγκα, στην ανατολική ακτή που αναλογεί περίπου στην σημερινή Ορίσα. Όπως μας λέει ο ίδιος, σε μία από τις Λίθινες Επιγραφές του, "εκατόν πενήντα χιλιάδες άτομα αιχμαλωτίστηκαν, εκατό χιλιάδες σφαγιάσθησαν και πολλαπλάσια αυτών απεβίωσαν".

Βλέποντας την καταστροφή γύρω του ο Ασόκα συνειδητοποίησε τη δυστυχία που επέφερε ο πόλεμος και η φιλοδοξία του για νέες κατακτήσεις. Σύμφωνα με τα ίδια του τα λόγια: "Ένιωσα βαθύτατη θλίψη και μετάνιωσα φριχτά γιατί η κατάκτηση λαών που δεν είχαν κατακτηθεί ποτέ στο παρελθόν, απαιτούσε σφαγή, θάνατο και εξορισμό… ακόμα και εκείνοι που γλύτωσαν από την καταστροφή, ένοιωσαν μεγάλη θλίψη για τις κακουχίες που υπέστησαν οι φίλοι, οι σύντροφοι, γνωστοί και συγγενείς τους για τους οποίους έτρεφαν μιαν απέραντη στοργή". Έτσι εγκατέλειψε την καριέρα του κατακτητή - πιθανότατα το μόνο παράδειγμα που μας δίνει η ιστορία ενός μεγάλου κατακτητή που διέκοψε την καριέρα του γιατί συνειδητοποίησε πόσο ανήθικες ήταν οι πράξεις του. Ο Ασόκα όχι μόνο παραιτήθηκε των προτέρων φιλοδοξιών του αλλά άλλαξε τελείως πορεία. Αντί να είναι γνωστός με το όνομα Τσαντασόκα (Ασόκα ο Τρομερός), όπως τον ονόμαζαν πριν τον "προσηλυτισμό" του, έγινε γνωστός ως Νταρμασόκα (Ασόκα ο Ενάρετος) και έκτοτε έβλεπε τον εαυτό του ως τον πατέρα του λαού του.

Ο Ασόκα δεν εγκατέλειψε την πολιτική, αλλά έκανε σαφές ότι το ιδανικό του ήταν να υπηρετήσει το λαό, θέτοντας τις ανάγκες του στο επίκεντρο της πολιτικής του. Επίσης υποστήριξε το βουδδισμό στέλνοντας ιεραπόστολους, όχι μόνο σε διαφορετικά μέρη της Ινδίας και της Σρι Λάνκα, αλλά και στην Αλεξάνδρεια, την Παλαιστίνη και την Ελλάδα. Δυστυχώς πολύ λίγοι από τους υποτιθέμενους βουδδιστές κυβερνήτες ακολούθησαν τα βήματα του. Ο Ασόκα αποτελεί πιθανότατα το μόνο παράδειγμα, στην ινδική ιστορία, κάποιου που πραγματικά προσπάθησε να θέσει σε έμπρακτη εφαρμογή βουδδιστικές διδασκαλίες στην πολιτική ζωή - πράγμα για το οποίο του αξίζει έπαινος. Μερικοί από σας μπορεί να έχετε διαβάσει τo συγκινητικό εγκώμιο του Χ. Τζ. Ουέλς για τον Ασόκα στην Ιστορική Ανασκόπηση. "Ανάμεσα στους δεκάδες χιλιάδες μονάρχες που γεμίζουν τις σελίδες της ιστορίας", γράφει ο Ουέλς, "ανάμεσα στις Μεγαλειότητες, τις Χάρες, τις Γαληνότητες, τις Βασιλικές Υψηλότητες και τα τοιαύτα, το όνομα Ασόκα λάμπει, και λάμπει σχεδόν μόνο του, σαν αστέρι".

Η τρίτη άποψη της συλλογικής μας ύπαρξης είναι η οικονομική. Εδώ ο βουδδισμός διδάσκει την Τέλεια Εργασία, δηλαδή την τέλεια και ολοκληρωτική μεταμόρφωση, υπό το φως της Τέλειας Θέασης, της οικονομικής πλευράς της συλλογικής μας ύπαρξης.

Σ' αυτό το σημείο γεννάται ένα ερώτημα. Είδαμε ότι η συλλογική μας ύπαρξη αποτελείται από τρεις βασικές πλευρές, την κοινωνική, την πολιτική και την οικονομική, ωστόσο η Τέλεια Εργασία αντιπροσωπεύει μόνο μία από αυτές, την οικονομική. Πώς εξηγείται αυτό; Δεδομένου ότι το πέμπτο μέρος του Ευγενούς Οκταπλού Μονοπατιού έχει να κάνει με τη συλλογική μας ύπαρξη, πώς εξηγείται ότι εξετάζει μόνο την οικονομική πλευρά; Γιατί οι πολιτικές και κοινωνικές διαστάσεις δε συμπεριλαμβάνονται στον Μονοπάτι; Γιατί να έχουμε μόνο Τέλεια Εργασία και όχι Τέλεια Υπηκοότητα ή Τέλεια Διαχείριση; Αν το Μονοπάτι αφορά την κάθε άποψη της συλλογικής και ατομικής μας ύπαρξης γιατί να έχουμε τότε μόνο Τέλεια Εργασία;

Η απάντηση σ' αυτήν την ερώτηση βρίσκεται εν μέρει στην ινδική πραγματικότητα των ημερών του Βούδδα. Το κοινωνικό σύστημα ήταν σχετικά απλό και ανοργάνωτο (ευτυχώς!) και εκτός από τις κάστες δεν υπήρχαν και πολλά άλλα πράγματα που να απαιτούσαν αναθεώρηση. Όσον αφορά την πολιτική, ο Βούδδας κήρυξε το Ντάρμα κυρίως σε περιοχές όπου η μοναρχία ήταν το μόνο υπάρχον πολιτικό σύστημα, πράγμα που σημαίνει ότι ο απλός λαός δε συμμετείχε στην πολιτική ζωή ή σε πολιτικές δραστηριότητες. Επομένως θα ήταν παράλογο να ζητήσει κανείς από τον κόσμο να δώσει σημασία στην Τέλεια Διακυβέρνηση ή την Τέλεια Διαχείριση ή ακόμα και την Τέλεια Υπηκοότητα, από τη στιγμή που δεν τους έπεφτε λόγος για τέτοια θέματα. Ωστόσο, όλοι ήταν υποχρεωμένοι να δουλεύουν. Μπορεί να μην είχαν δικαίωμα ψήφου και να μην ήξεραν τι σκαρώνει ο βασιλιάς, άλλα όλοι έπρεπε να βγάλουν τα προς το ζην, έτσι το θέμα της Τέλειας Εργασίας τους αφορούσε όλους ακόμα και από τον καιρό του Βούδδα και, αναμφισβήτητα, γι' αυτό το λόγο η Τέλεια Εργασία συμπεριλαμβάνεται στο Ευγενές Οκταπλό Μονοπάτι. Θα μπορούσαμε ίσως να αποτολμήσουμε την υπόθεση ότι ο Βούδδας διαισθάνθηκε ότι η οικονομική πλευρά της συλλογικής ύπαρξης ήταν πολύ πιο βασική από την κοινωνική και την πολιτική και αυτό είναι ένας επιπλέον λόγος για τον οποίο συμπεριέλαβε την Τέλεια Εργασία, ως αντιπρόσωπο της οικονομικής πλευράς, στο Ευγενές Οκταπλό Μονοπάτι. Κατά τη διάρκεια της ζωής του Βούδδα το εμπόριο, οι επιχειρήσεις και η οικονομία γενικότερα, αναπτύσσονταν ραγδαία, πράγμα που πρέπει να υπέπεσε στην προσοχή του. Ορισμένοι από τους πιο κοντινούς λαϊκούς μαθητές του ήταν έμποροι και η επιχειρηματική τους δραστηριότητα έφτανε σε μέρη τόσο μακρινά όσο η Βαβυλώνα.

Αφού κατανοήσαμε μερικούς από τους κύριους λόγους για τους οποίους η Τέλεια Εργασία συμπεριλαμβάνεται στο Μονοπάτι, ήρθε η ώρα να διερευνήσουμε με λεπτομέρεια την πραγματική σημασία του όρου. Ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό το στάδιο δεν έχει να κάνει μόνο με τη μετουσίωση της οικονομικής πλευράς αλλά κάθε πλευράς της συλλογικής μας ύπαρξης -κάθε πλευράς της κοινωνικής και κοινοτικής μας ζωής- και όχι μόνο της οικονομικής πλευράς. Με άλλα λόγια το στάδιο αυτό συμβολίζει τη δημιουργία μιας ιδανικής κοινωνίας: μιας κοινωνίας που θα μας διευκολύνει ν' ακολουθήσουμε το Μονοπάτι, μιας κοινωνίας που δεν μας αναγκάζει να ερχόμαστε σε σύγκρουση με τα πάντα γύρω μας όταν αποφασίζουμε να το ακολουθήσουμε, όπως αναπόφευκτα συμβαίνει σήμερα.

Όπως ήδη ανέφερα, ο Βούδδας συμπεριέλαβε την Τέλεια Εργασία στο Ευγενές Οκταπλό Μονοπάτι γιατί ο καθένας ήταν υποχρεωμένος να εργαστεί, πράγμα που ισχύει μέχρι και σήμερα. Μπορούμε να πούμε ότι σήμερα, το γεγονός ότι πρέπει ο καθένας να εργάζεται ισχύει περισσότερο από ποτέ, γιατί σήμερα -περισσότερο απ' ό,τι πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια- αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο της μέρας μας στην εργασία απ' ό,τι σ' οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Στα χρόνια του Βούδδα οι εργαζόμενοι ήταν ελεύθεροι καθ' όλη τη διάρκεια της εποχής των βροχών (ήταν αδύνατο τότε να δουλέψει κανείς σε εξωτερικούς χώρους), ενώ σήμερα οι διακοπές μας περιορίζονται σε δύο με τρεις βδομάδες το χρόνο, σε παραθεριστικά κέντρα.

Από τη στιγμή που η εργασία απορροφά το μεγαλύτερο μέρος της μέρας μας, αναπόφευκτα θα εξασκεί μια μεγάλη επιρροή πάνω μας, σε κάθε επίπεδο της ζωής μας. Δεν ξέρω αν το συνειδητοποιούμε, αλλά αν κάνουμε κάτι για επτά με οκτώ ώρες τη μέρα, πέντε μέρες την εβδομάδα, πενήντα εβδομάδες το χρόνο, για είκοσι, τριάντα ή σαράντα χρόνια από τη ζωή μας, τότε δεν πρέπει ν' αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι μπορεί ν' αφήσει τα σημάδια του πάνω μας, για να μην πω τίποτα χειρότερο. Ο τρόπος με τον οποίο μας επηρεάζει η εργασία είναι κάτι που πρέπει να εξετάσουμε από μόνοι μας. Τον παλιό καιρό, μπορούσε κανείς να καταλάβει το επάγγελμα κάποιου από τα σημάδια που άφηνε στο κορμί του. Τα χέρια του βαφέα ήταν πάντα ποτισμένα από τα χρώματα του κάδου, ενώ ο ράφτης θα είχε καμπούρα. Ακόμα και σήμερα μπορεί κανείς να καταλάβει έναν υπάλληλο γραφείου από τους στρογγυλεμένους ώμους του και τη μη αθλητική του εμφάνιση.

Αυτά τα παραδείγματα δείχνουν την επίδραση στο σώμα. Αλλά η εργασία έχει μια ακόμα πιο έντονη επίδραση στο πνεύμα, το οποίο μπορεί να παραμορφωθεί ακόμα πιο σοβαρά. Τα αποτελέσματα μπορεί να μην φαίνονται εύκολα αλλά ποτέ δεν σταματάνε να υφίστανται, όπως στη περίφημη μεταμόρφωση της εικόνας του Ντόριαν Γκρέι. Κάθε φορά που ο Ντόριαν Γκρέι έκανε μια κακή πράξη το πρόσωπο του έμενε αμετάβλητο, αλλά το πρόσωπο του πορτρέτου του άλλαζε μέχρι που στο τέλος έγινε μια προσωποποίηση του κακού. Με τον ίδιο τρόπο, οι πράξεις μας ενεργούν ακατάπαυστα μέσα μας. Σιγά-σιγά αρχίζει να διακρίνεται μια αλλαγή. Η δουλειά μας, κάτι που κάνουμε κάθε μέρα, κάτι που μας καταδυναστεύει για μέρες, βδομάδες, μήνες, χρόνια, δεκαετίες, θα έχει αναπόφευκτα μια φοβερή και τρομερή επιρροή στο πνεύμα μας - συχνά δίχως ούτε καν να το συνειδητοποιούμε. Ας πάρουμε για παράδειγμα την ψυχική κατάσταση ενός χρηματιστή, που είναι γεμάτος έγνοιες για μετοχές και μερίσματα και που στη μέση της νύχτας μπορεί να χτυπήσει το τηλέφωνό του λόγω μιας αλλαγής στο χρηματιστήριο. Ή ας πάρουμε για παράδειγμα την ψυχική κατάσταση ενός πράκτορα στοιχημάτων - θα είναι αρκετά άσχημη, υποθέτω.

Για να πάρουμε ακόμα ένα πιο ακραίο παράδειγμα, σκεφτείτε ποια θα είναι η ψυχική κατάσταση ενός ατόμου που δουλεύει σε σφαγείο. Δεν μπορούμε ν' αρνηθούμε το γεγονός ότι υπάρχουν εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες σφαγεία στη Βρετανία και εκατοντάδες χιλιάδες σε όλο τον κόσμο. Οι πιο πολλοί θα το έβρισκαν αδύνατο, αν κάποιος απαιτούσε εδώ και τώρα να πάρουν ένα μαχαίρι και να κόψουν το λαιμό ενός γάτου ή να συνθλίψουν με το πόδι έναν ποντικό ή έναν αρουραίο. Αλλά ας υποθέσουμε ότι είμαστε αναγκασμένοι να το κάνουμε είκοσι, τριάντα φορές την ημέρα. Ας υποθέσουμε ότι αποτελούσε μέρος της δουλειάς που κάνουμε για χρόνια, να κόβουμε το λαιμό ενός αρνιού ή να σκοτώνουμε και να γδέρνουμε μία αγελάδα ή έναν ταύρο, είκοσι με τριάντα φορές την ημέρα. Σε τι είδους ψυχική κατάσταση θα βρισκόμασταν; Και αυτή είναι η δουλειά δεκάδων χιλιάδων, ίσως ακόμα και εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο.

Ένας γνωστός μου Αυστραλός, που ήταν βουδδιστής μοναχός, μου είχε πει για μία μελέτη που είχε κάνει για τα σφαγεία της Αυστραλίας και αυτούς που εργάζονταν σ' αυτά. Βρήκε ένα υψηλό ποσοστό σοβαρών ψυχικών διαταραχών - νομίζω γύρω στο 60%. Οι εργαζόμενοι στα σφαγεία μπορούσαν να κάνουν αυτή τη δουλειά δύο χρόνια. Πέραν αυτού η ανθρώπινη φύση δεν άντεχε πλέον και στις περισσότερες περιπτώσεις έφταναν σ' ένα σημείο όπου η ψυχική διαταραχή ήταν τόσο σοβαρή ώστε να είναι ανίκανοι να συνεχίσουν. Δεν πρέπει να νομίζουμε ότι αυτό είναι κάτι που δεν μας αφορά. Μας αφορά άμεσα γιατί είμαστε ηθικά αναμειγμένοι εφ' όσον η ζήτηση που υπάρχει για κρέας αναγκάζει αυτά τα άτομα να βγάζουν τα προς το ζην μ' έναν τόσο άθλιο τρόπο.

Με τη βοήθεια αυτών των λίγων -αν και ακραίων- παραδειγμάτων μπορούμε να δούμε τη σημασία της εργασίας και να καταλάβουμε γιατί, δίχως κάποιο μέτρο Σωστής ή Τέλειας Εργασίας, μας είναι δύσκολο να προχωρήσουμε πνευματικά. Δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κανείς έναν σφαγέα να παρακολουθεί μαθήματα διαλογισμού. Δε θα του έκανε και πολύ καλό, ακόμα κι αν τα κατάφερνε να ηρεμήσει και να διαλογιστεί. Θα μπορούσα να σας εγγυηθώ ότι, πιθανότατα, αν ένα τέτοιο άτομο προσπαθούσε ν' ακολουθήσει μαθήματα διαλογισμού, μετά από μερικές βδομάδες θα έβλεπε φριχτά οράματα με τα ζώα που είχε σκοτώσει.

Με χαροποιεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι βουδδιστές στη Βρετανία έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν τη σημασία της Τέλειας Εργασίας. Έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν ότι αν κανείς δε συμμορφώνεται με αυτό το ιδανικό, έστω και ως ένα σημείο, θα του είναι αδύνατο να προχωρήσει πνευματικά. Ανάμεσα στους Άγγλους βουδδιστές φίλους μας υπάρχουν άτομα που έχουν παρατήσει ιδιαίτερα επικερδή επαγγέλματα για ηθικούς λόγους - γιατί ένιωσαν ότι συγκρούονταν με τη βουδδιστική τους συνείδηση, συγκρούονταν με την έννοια του Πηγαίνω για Προστασία. Η προθυμία από μέρους κάποιων βουδδιστών να εγκαταλείψουν ένα επικερδές επάγγελμα, όταν τους φαίνεται ηθικά μεμπτό, αποτελεί μιαν υγιή εξέλιξη. Μέχρι πρόσφατα στη Βρετανία, και στη Δύση γενικότερα, το ενδιαφέρον προς το βουδδισμό επικεντρωνόταν κυρίως στο διανοητικό επίπεδο. Άτομα που μπορεί να θεωρούσαν τους εαυτούς τους βουδδιστές συνέχιζαν να ζουν ακριβώς με τον τρόπο που ζούσαν πριν συναντήσουν το βουδδισμό, προσθέτοντας απλά ένα ενδιαφέρον στη μελέτη του. Δεν έκαναν σχεδόν καμία προσπάθεια να εναρμονίσουν τη ζωή τους, και ακόμα λιγότερο τη δουλειά τους, με τις βουδδιστικές αρχές.

Στις γραφές ο Βούδδας αναφέρει πολλά σχετικά με την Τέλεια Εργασία, εξηγώντας την με πολύ απλό τρόπο. Κατά πρώτο λόγο Τέλεια Εργασία σημαίνει αποχή από τη λάθος εργασία - τα αρνητικά έρχονται πρώτα από τα θετικά. Ένας αριθμός επαγγελμάτων μπαίνει στη μαύρη λίστα. Στην κορυφή της λίστας έρχεται το εμπόριο σε ζωντανά όντα, είτε αυτά είναι άνθρωποι είτε ζώα. Αυτό βέβαια αποκλείει το σωματεμπόριο -πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια πριν από τον Αβραάμ Λίνκολν- και την πώληση ζώων με σκοπό τη σφαγή τους. Επίσης αποκλείει το επάγγελμα του χασάπη ή του κρεοπώλη.

Στη μαύρη λίστα είναι και το εμπόριο δηλητηρίων. Την εποχή του Βούδδα υπήρχαν άτομα που εμπορεύονταν δηλητήρια, ακριβώς όπως συνέβαινε στην Ιταλία της Αναγέννησης. Αν είχες έναν εχθρό και ήθελες να τον ξεφορτωθείς δίχως κανείς να το αντιληφθεί, το μόνο που χρειαζόταν ήταν να επισκεφτείς ένα τέτοιο άτομο, ν' αγοράσεις μια μικρή ποσότητα από δηλητήριο, να το ανακατέψεις στο φαγητό ή το ποτό του εχθρού σου και το θέμα θα λυνόταν. Υπάρχουν ένα σωρό αντίστοιχα "επαγγέλματα" στη σημερινή εποχή, αλλά δεν υπάρχει λόγος να επεκταθώ.

Παρομοίως, δεν συνιστώνται τα επαγγέλματα που έχουν σχέση με την πώληση ποτών ή ναρκωτικών ουσιών ικανών να αποβλακώσουν το νου ή να μειώσουν την εγρήγορση και την αίσθηση ευθύνης.

Ίσως μεγαλύτερο ακόμα ενδιαφέρον έχει η αποθάρρυνση του Βούδδα, αν όχι η απαγόρευση, οποιουδήποτε είδους εμπορίου πολεμικών όπλων και πολεμοφοδίων. Αν κανείς ακολουθεί τις διδασκαλίες του, αν έχει πάει για προστασία και θεωρεί τον εαυτό του βουδδιστή, τότε θα πρέπει να του είναι αδύνατο να κερδίζει τα προς το ζην κατασκευάζοντας ή πουλώντας πολεμικά όπλα με τα οποία μπορεί να σκοτώσει κανείς έμβια όντα. Στην εποχή του Βούδδα αυτό σήμαινε ότι κανείς δεν πρέπει να κατασκευάζει τόξα και βέλη, σπαθιά ή λόγχες ή οποιοδήποτε άλλο θανατηφόρο όπλο. Αλλά αυτά πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια και από τότε έχουμε "προοδεύσει" πολύ. Έχουμε γίνει πολύ πιο πολιτισμένοι, πολύ πιο μορφωμένοι και μπορούμε να σκοτώσουμε ακόμα πιο εύκολα με ατομικές βόμβες, βόμβες υδρογόνου, βόμβες κοβαλτίου κ.τ.λ. Παρά ταύτα, η αρχή της Τέλειας Εργασίας του Βούδδα παραμένει επίκαιρη.

Αν έχετε μερικές μετοχές κάποιας εταιρείας που βοηθάει στην κατασκευή ατομικών όπλων ή άλλων παρόμοιων, τότε και σεις είστε συμμέτοχοι στην κατασκευή τους και ως ένα σημείο, σύμφωνα με το βουδδισμό, είστε αναμεμειγμένοι με μια μορφή λάθους εργασίας. Πιστεύω ότι αυτό το σημείο είναι ιδιαίτερα σαφές για να χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση.

Ο Βούδδας αποθάρρυνε ένα σωρό άλλα επαγγέλματα που ήταν κοινά στην Ινδία των ημερών του, όπως είναι και σήμερα. Αυτά συμπεριλαμβάνουν τη χειρομαντεία, την αστρολογία, το διάβασμα της μοίρας και κάθε είδους "μαντικής". Λυπάμαι που το λέω, αλλά έτσι έχουν τα πράγματα. Σε όλες τις βουδδιστικές χώρες υπάρχουν μοναχοί που κερδίζουν χρήματα λέγοντας τη μοίρα και συμβουλευόμενοι τ' άστρα για τους πελάτες τους, παρόλο που ο Βούδδας αποθάρρυνε τέτοιες δραστηριότητες, περιγράφοντάς τες ως έναν λάθος τρόπο εργασίας.

Είναι ενδιαφέρον επίσης το γεγονός ότι ο Βούδδας αποθάρρυνε την υποκριτική ως επάγγελμα. Κάποτε ένας ηθοποιός-θιασάρχης, ονόματι Ταλαπούτο, τον πλησίασε ζητώντας του να επιβεβαιώσει την παράδοση που υπάρχει ανάμεσα στους θεατρίνους, σύμφωνα με την οποία όταν πεθαίνουν πηγαίνουν στον Παράδεισο των Γελαστών Θεών γιατί με τα καμώματά τους έκαναν τον κόσμο να γελάει. Στην αρχή ο Βούδδας αρνήθηκε ν' απαντήσει σ' αυτή την ερώτηση, αλλά καθώς αυτός επέμενε του είπε ότι οι ηθοποιοί όχι μόνο δεν πάνε στον Παράδεισο των Γελαστών Θεών αλλά πάνε κατευθείαν στην κόλαση. Αιτία αυτού ήταν το γεγονός ότι καθώς οι ίδιοι διακρίνονταν από απληστία, μίσος και πλάνη, με τις παραστάσεις τους ενέτειναν την απληστία, το μίσος και την πλάνη των άλλων. Εξαθλιωμένοι οι ίδιοι εξαθλίωναν και τους άλλους. Για τέτοιου είδους συμπεριφορά, οι καρμικές συνέπειες δεν μπορούσαν παρά να είναι οδυνηρές.

Είναι σαφές σε τι είδους θέατρο και τι είδους παραστάσεις αναφερόταν ο Βούδδας. Προσωπικά, δε νομίζω ότι αυτά που λέει ισχύουν για την αρχαία ελληνική τραγωδία, για παράδειγμα, η οποία επιφέρει κάθαρση και επομένως έχει ηθικές και πνευματικές διαστάσεις. Αλλά σίγουρα ισχύουν για το είδος παραστάσεων που ανέβαζε ο Ταλαπούτο, καθώς επίσης και ένα μεγάλο ποσοστό του σύγχρονου θεάτρου, κινηματογράφου και τηλεόρασης που εξαθλιώνει τους θεατές του.

Το δίδαγμα που βγαίνει από όσο ειπώθηκαν σχετικά με την Τέλεια Εργασία, με την έννοια της αποχής από τη λάθος εργασία, είναι σαφέστατο, όμως η ζωή στις μέρες μας, είναι πιο πολύπλοκη απ' ό,τι στις μέρες του Βούδδα και εγώ προσωπικά νιώθω ότι όλη η υπόθεση της Τέλειας Εργασίας έχει ανάγκη αναθεώρησης, αν όχι αναδιάρθρωσης, για λόγους εκσυγχρονισμού. Γι' αυτό θα επανεξετάσουμε την Τέλεια Εργασία μέσα στο πλαίσιο του Επαγγέλματος, του Λειτουργήματος και της Διάρκειας.

Επάγγελμα

Τα επαγγέλματα μπορούν να χωριστούν σε τέσσερις κατηγορίες. Πρώτα απ' όλα, έχουμε εκείνα που είναι απαράδεκτα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, όπως το να δουλεύει κανείς σε σφαγείο. Κατά δεύτερο λόγο, έχουμε τα επαγγέλματα που δεν είναι απαράδεκτα όπως της πρώτης κατηγορίας, αλλά συμβάλλουν στην αύξηση της απληστίας του κόσμου. Τέτοια επαγγέλματα, για παράδειγμα, είναι η εργασία σε διαφημιστικές εταιρίες και η παραγωγή αγαθών πολυτελείας που δεν καλύπτουν πραγματικές ανάγκες, αλλά πείθουν τον κόσμο ότι τις έχει. Κατά τρίτο λόγο, έχουμε τα επαγγέλματα που μπορούν ν' αποτελέσουν παράδειγμα Τέλειας Εργασίας, αν κανείς προσπαθήσει. Μπορεί να δουλεύει κάποιος σ' ένα γραφείο ή σε μία εταιρεία που παράγει ένα απαραίτητο αγαθό, όπως το ψωμί. Αν δουλεύει κανείς με τιμιότητα και ευσυνειδησία, τότε η δουλειά του θα αποτελέσει μια μορφή Σωστής Εργασίας, ίσως και Τέλειας Εργασίας. Κατά τέταρτο λόγο, έχουμε τα επαγγέλματα που δεν απαιτούν υπερβολικά έντονη πνευματική προσπάθεια. Αυτό είναι αρκετά σημαντικό στις μέρες μας, ιδίως για τους βουδδιστές που θέλουν να κάνουν διαλογισμό. Αν μια δουλειά απαιτεί μια τέτοια πνευματική προσπάθεια, έτσι ώστε να είσαι γεμάτος ένταση και να μην μπορείς να κάνεις διαλογισμό, τότε πρέπει ως βουδδιστής να προσπαθήσεις να βρεις μια δουλειά με λιγότερο στρες - έστω και αν εξασκώντας το συγκεκριμένο επάγγελμα δεν παραβαίνεις κάποια από τις ηθικές αρχές.

Λειτούργημα

Το λειτούργημα είναι η καλύτερη μορφή εργασίας, αλλά σπανίζει. Θα μπορούσαμε να ορίσουμε το λειτούργημα ως ένα επάγγελμα, το οποίο σχετίζεται άμεσα με αυτό που θεωρεί κανείς το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή του. Βέβαια, αυτό θα είναι κάτι ξεχωριστό για το κάθε άτομο. Μπορούμε να πάρουμε, για παράδειγμα, την ιατρική και το επάγγελμα του δασκάλου. Κάποιο άτομο μπορεί να θέλει να γίνει νοσοκόμος, γιατί θέλει να απαλύνει τον ανθρώπινο πόνο - πράγμα που έχει άμεση σχέση με το βουδδισμό. Επίσης, σ' αυτή την κατηγορία συμπεριλαμβάνονται δουλειές που έχουν να κάνουν με τις καλές τέχνες καθώς και οποιαδήποτε άλλη δημιουργική δραστηριότητα. Αν ασχοληθεί κανείς μαζί τους με σοβαρότητα και με δημιουργικό πνεύμα, αποφεύγοντας ταυτόχρονα την εμπορευματοποίηση, τότε μπορεί να κάνει τη δουλειά του πραγματικό λειτούργημα και βίωση της Τέλειας Εργασίας με την καλύτερη έννοια του όρου.

Όταν κάποιος ασκείται στην Τέλεια Εργασία, με την έννοια του ν' ακολουθεί ένα πραγματικό λειτούργημα, τότε δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ εργασίας και παιχνιδιού. Σ' αρέσει τόσο η δουλειά σου, σ' απορροφά τόσο πολύ, έτσι ώστε να μη σε μέλλει αν δουλεύεις από το πρωί μέχρι το βράδυ. Αυτή είναι μια ιδανική κατάσταση που σπάνια κάποιος -δίχως βέβαια να φταίει γι' αυτό- καταφέρνει να την κάνει πραγματικότητα.

Διάρκεια

Ήδη αναφέραμε ότι οι άνθρωποι περνάνε το μεγαλύτερο μέρος της μέρας τους στη δουλειά, ακριβώς όπως γινόταν την εποχή του Βούδδα. Υπάρχει κάποιος λόγος που γίνεται αυτό; Κατά τη γνώμη μου όχι. Όσο κι αν σας σοκάρει στην ερώτηση, "πόσο χρόνο πρέπει ν' αφιερώνει κανείς για να βγάζει τα προς το ζην", η απάντηση μου είναι, "το λιγότερο δυνατόν". Σόκαρα άσχημα έναν ηλικιωμένο φίλο μου, όταν ξεστόμισα αυτές τις κουβέντες κατά τη διάρκεια μίας ομιλίας στο Λονδίνο πριν δύο χρόνια. Αμέσως μετά την ομιλία με κατσάδιασε, "πώς μπορούσες να πεις κάτι τέτοιο δημοσίως, ενώπιον όλων αυτών των νεαρών; Είναι σαν να τους παρακινείς να γίνουν όσο πιο τεμπέληδες και χασομέρηδες γίνεται!" Όταν λέω όμως, ότι πρέπει κανείς να ξοδεύει το λιγότερο δυνατόν χρόνο βγάζοντας τα προς το ζην, απευθύνομαι κυρίως σε βουδδιστές και -δίχως καθόλου τύψεις- σε νέους ανθρώπους, εφ' όσον οι μεγαλύτεροι δεν έχουν και πολύ μεγάλα περιθώρια επιλογής. Θα συνιστούσα στους νέους που δεν έχουν ακόμα αρχίσει μια καριέρα και είναι ακόμα ανοιχτοί σε νέες επιρροές, να δοκιμάσουν να ζουν απλά, βγάζοντας όσα χρειάζεται γι' αυτό και να αφιερώνουν το υπόλοιπο του χρόνου τους στο βουδδισμό - στη μελέτη του Ντάρμα και στο διαλογισμό.

Υπάρχουν δύο εναλλακτικές λύσεις για όσους το θέλουν. Μπορούν είτε να έχουν μια σταθερή δουλειά μερικής απασχόλησης, που να τους εξασφαλίζει τα βασικά και έτσι να είναι ελεύθεροι ν' αφιερώνουν τον υπόλοιπο χρόνο τους στο βουδδισμό, είτε, όπως όντως κάνουν μερικοί -αν και αυτό δεν είναι τόσο εύκολο- να δουλεύουν για μία περίοδο έξι μηνών και να αφιερώνουν τον υπόλοιπο χρόνο αποκλειστικά στο βουδδισμό. Αυτό βέβαια συνεπάγεται ότι πρέπει κανείς να μετριάσει τις ανάγκες του -ή μάλλον τις επιθυμίες του- ωστόσο μπορεί να βρεθεί προ εκπλήξεως για το πόσα πράγματα μπορεί να κόψει αν το θέλει πραγματικά.

Μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να αποβεί προς όφελος όχι μόνο του ατόμου αλλά και του βουδδισμού. Θα έλεγα -ελπίζοντας ότι δεν ξεφεύγω πολύ από την παράδοση- ότι χρειαζόμαστε μοναχούς μερικής απασχόλησης. Στο Δυτικό Βουδδιστικό Τάγμα, ελπίζουμε να δημιουργήσουμε μια τέτοια κατηγορία ατόμων - κάτι το ενδιάμεσο μεταξύ του λαϊκού ανθρώπου, που είναι ολοκληρωτικά απορροφημένος στη σαμσάρα και κάνει ότι καλύτερο μπορεί για ν' ανθίσει σαν λωτός μέσα στο βάλτο, και αυτού που δίνει όλο το χρόνο του, όπως θα έκανε κάθε μοναχός. Μεταξύ των δύο άκρων χρειαζόμαστε άτομα που να έχουν το ένα πόδι στα εγκόσμια και το άλλο στον πνευματικό κόσμο, διενεργώντας σαν γέφυρα μεταξύ των δύο. Σίγουρα υπάρχει μια θέση στο κόσμο μας για μια τέτοια κατηγορία ατόμων.

Επισήμανα το γεγονός ότι η Τέλεια Εργασία συμβολίζει τη μετουσίωση, υπό το φως της Τέλειας Θέασης, της κοινωνίας μες την οποία ζούμε. Αν και η Σωστή ή Τέλεια Εργασία έχει να κάνει κυρίως με την οικονομική πλευρά της συλλογικής μας ύπαρξης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η κοινωνική πλευρά και η πολιτική πλευρά πρέπει επίσης να μετουσιωθούν. Η Τέλεια Εργασία, το πέμπτο βήμα του Ευγενούς Οκταπλού Μονοπατιού του Βούδδα, αντιπροσωπεύει την ανάγκη να δημιουργήσουμε μια ιδανική κοινωνία. Έτσι κι αλλιώς, ζούμε μέσα στην κοινωνία και δεν μπορούμε να επιβιώσουμε έξω από αυτή για πολύ καιρό. Μπορούμε, αν είμαστε τυχεροί, να πάμε σ' ένα κέντρο απομόνωσης στην εξοχή για μερικές βδομάδες ή μήνες, αλλά ακόμα και οι πιο προνομιούχοι από μας, πρέπει να επιστρέψουν και να επανενσωματωθούν, έστω ως ένα σημείο, στην κοινωνία. Έτσι, ως μέρος της προσπάθειας να μετουσιώσουμε τον εαυτό μας, πρέπει επίσης να μετουσιώσουμε και τον κόσμο στον οποίο ζούμε.

Ήδη αναφέραμε το Δυτικό Βουδδιστικό Τάγμα, πράγμα που μας οδηγεί σ' αυτό που λέμε Σάνγκα ή Πνευματική Κοινότητα. Μπορούμε να δούμε τη Σάνγκα μ' ένα σωρό διαφορετικούς τρόπους άλλα θα περιοριστώ σ' ένα συγκεκριμένο σημείο, που φαίνεται να έχει άμεση σχέση με τα προλεγόμενά μου. Η Σάνγκα ή Πνευματική Κοινότητα αντιπροσωπεύει την ιδανική κοινωνία σε μικρή κλίμακα. Είναι μια ετεροχρονισμένη προσδοκία, σε μικρογραφία, για το πού θα μπορέσει να φτάσει η κοινωνία στο σύνολό της, όταν θα έχει περαιτέρω εξελιχθεί. Η δική μας, μικρών διαστάσεων Σάνγκα ή Πνευματική Κοινότητα, το δικό μας μικρό Τάγμα, αντιπροσωπεύει μια κοινωνία ή μια κοινότητα που στηρίζεται ολοκληρωτικά σε ηθικές και πνευματικές αρχές. Μ' άλλα λόγια δεν πρόκειται περί κοινωνίας με την έννοια του οργανισμού, αλλά μιας πραγματικής κοινότητας βασισμένης σ' αυτές τις αρχές. Και αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά της από έναν οργανισμό. Επίσης διαφέρει στο επίπεδο συμμετοχής και δέσμευσης των μελών της.

Πρέπει να επισημάνουμε ότι η καλλιέργεια των σωστών διαπροσωπικών σχέσεων, ανάμεσα στα άτομα που αποτελούν την Σάνγκα ή Πνευματική Κοινότητα, έχει τεράστια σημασία. Κατά κάποιον τρόπο είναι αδύνατο να το κάνουμε ν' ακουστεί πιο σημαντικό απ' ό,τι είναι. Για να υπάρξει ένα αυθεντικό βουδδιστικό κίνημα στην Αγγλία, πράγμα το όποιο προσδοκούμε, πρέπει να στηριχτεί πάνω σε μία κοινότητα ανθρώπων που διατηρούν ουσιαστική επαφή και επικοινωνία μεταξύ τους, σε ηθικό, ψυχολογικό και πνευματικό επίπεδο. Η σχέση τους, δηλαδή, δεν πρέπει να μοιάζει με αυτή των μελών ενός κοινού συλλόγου αλλά να στηρίζεται στην πνευματική φιλία - ίσως και σε ένα ακόμα βαθύτερο επίπεδο. Αυτή είναι ακόμα μία άποψη της ιδανικής κοινωνίας. Πρέπει να νιώθουμε τη δική μας μικρή Σάνγκα ή Πνευματική Κοινότητα, το δικό μας μικρό Τάγμα, ως μια μικρογραφία της ιδανικής κοινωνίας του μέλλοντος, μια κοινωνία όπου η Τέλεια Εργασία είναι ο κανόνας αντί η εξαίρεση, όπως συμβαίνει σήμερα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου